Wednesday, February 27, 2013

ενα καλαθι λαχανα

απο την απομαγνητοφωνηση ταινιων που ηχογραφουσε η Σαπφώ Ξωρνάθου σαν ημερολογιο, στους δρομους της θεσσαλονικης . η συγκεκριμενη χρονολογειται στα 1993 (φερει ημερομηνια 27 φεβρουαριου) και τιτλοφορειται "ενα καλαθι λαχανα". σημεια που δεν καταφεραν να απομαγνητοφωνηθούν,σημαινονται με αποσιωπητικα μεσα σε αγκύλες [...]  .

βλεπω μια πορνη που περπατα στο δρομο.το μονο που θελει ειναι να την παρασυρει ο ανεμος μαζι με τα υπολοιπα φυλλα που στροβιλιζονται πανω στο πεζοδρομιο.αλλωστε,σ'ενα πεζοδρομιο ειναι κι αυτη.απανταει το ενα τηλεφωνημα μετα το αλλο,εχει και κινηση βλεπεις. ειναι καλη μερα σημερα. νομιζει πως τ'αυτοκινητα θα σταματησουν διπλα της,ε; μαλλον.το μονο που εμεινε ειναι να βγαλει το ποδι της εξω απο το πεζοδρομιο,να το κουναει μεχρι να μαζευτει ολη η πλατεια γυρω της.τι θελετε εσεισ;τι θελετε σημερα;εσεις τι θελετε,ο κυριος τι θα παρει; κοιταει καλα. . κοιταει πισω της αμα την παρακολουθει κανεις.μην τη βιασουνε και χασει την παρθενια της.[..]μην ερθει κανεις και τη βγαλει απο την αθωοτητα. οπως περνανε απο διπλα της πολλοι περαστικοι,της σηκωνεται καταλαθος το φορεμα.και δεν κρυβει πια τα 2 εκατοστα απ'το ποδι της.κριμα ειναι,τοσο ομορφα ποδια[...] τα φυλλα στα πεζοδρομια[...]μολις περασε καποιος κυριος.γιατι δεν την ειδε;κι αυτη [..] νομιζε πως γι'αυτην ερχοταν.[..]πως ερχοταν γι'αυτην ολη η πολη[...] και ξερω πως αυτο που κανει τωρα,το κανει καθε μερα.πρωι-μεσημερι-βραδυ.σα φαρμακο το κανει.ετσι κυκλοφοραει σ'ολη την πολη.δεξια αριστερα,οποιο στριψιμο θελει παιρνει.αφου δεν εχει πια στριψιματα η φουστα της.κι αρχιζει να ψαχνει για παοχνιδια. θελει να παιξει[...]. ξερεις,καθε φορα που το κανει αυτο,νιωθει αλογο.νιωθει ελευθερη.καθε φορα που ξαναμπαινει στο κλουβι της,νιωθει πως εχει φυγει μακρυα.παντα ειχε μια καποια αχρωματοψια,λεει.ολα τα κοκκινα κραγιον τα βλεπει ασπρα.καποιες φορες ειχε πει πως θα το σταματησει αυτο.αλλα καποιος τη γαργαλαει απο κατω στα ποδια και την κανει να ξαναπερπαταει.κοιτα,τωρα μολις εχει περασει ενα ασπρο αμαξι,κι αυτη ειμαι σιγουρη πως το ειδε να καιγεται.το ειδε.το ειδε να μυριζει,σα ζεστη σοκολατα το ειδε.και καθε φορα που δε μπορει να παιξει αλλο-γιατι υπαρχει και μια κριση-οικονομικη παντοτε- ,κανει πως λαχανιαζει.καθε φορα που δε μπορει να παιξει αλλο,κανει πως λαχανιαζει.κι υστερα φαντασιωνεται πως ολοι καπου την εχουν μπλεξει. πως[...]. και πως οσοι τη βαφτισαν,οσοι τη βουτηξαν μεσα σε κεινη την κολυμβηθρα-κι ο θεος ξερει ποσοι εβαλαν τα χερια τους μες σε κεινο το νερο- οσοι το εκαναν αυτο,μονο γελανε τωρα.ολο γελανε.κι αυτη εχει μεγαλωσει και δεν ξερει πώς να παιζει πια.μονο κατι ξυλινα αλογακια της εχουν απομεινει,κι αυτα,κουτσα.ξανακορναρουν τ'αυτοκινητα.μηπως ειναι για μενα; δε νομιζω,γι'αυτην θα'ναι.παντα γι'αυτην. καθε μερα την παρακολουθω.τι κανει,πού παει,πώς περπαταει.ευτυχως χωρις να με βλεπει.περπαταει τωρα με υφος.με ρυθμο.λες και θελει να πηδηξει το μουσικο που βρισκεται απεναντι. γιατι λεει πως μονον αυτος ειναι φιλος της.αυτος,το τελος.περπαταει και φωναζει.πού ειναι ο φιλος μου;πού ειναι το τελος;τον ψαχνει με αγωνια,όχι οπως σας μεταφερς εγς τωρα τα λογια της.αυτη με αγωνια τον γυρευει.κι υστερα συνεχαει να περπαταει και να φωναζει και παιρνει το δρομο εκεινο που ολο στριβει,ετσι που καταληγει παντοτε στο ιδιο σημειο.φωναζει κι ολο προχωραει κι ολο προχωραει και φωναζει και φωναζει και προχωραει και φτανει παλι σ'εκεινο το σημειο. το ιδιο. φτανει σ'εκεινο το σημειο κι ολοι γυρω της γελανε.ειμαι σιγουρη οτι δεν ειναι σιγουρη γιατι γελανε ολοι.κι υστερα λεω,σαν εξω θεατης,μπας και με βλεπουνε,και δεν ειμαι τελικα τοσο καλα καμουφλαρισμενη;γιαυτο γελανε;δε νομιζω.καποιος μαγειρευει.μαλλον εχει φτιαξει μια τουρτα σοκολατα.σοκολατα ειναι.κι υστερα,την ειδα εγω που κοιταε εκεινα τα σκουπιδια που μαζευανε απ'το δρομο οι ρακοσυλλεκτες της γειτονιας.και ξερω πως μοναχα,εκεινη την ωρα,ευχοταν να την παρεσερναν κι εκεινη μαζι μεσ στα καροτσια που μετεφεραν,οπως ακριβως ηθελε να την παρασυρει με τα φυλλα ο ανεμος.τι διαφορα θα εκανε αλλωστε.σοκολατα ειναι,δε νομιζω να με γελαει η μυτη μου.ισως ομως,πρεπει,δε γινεται,να γελανε για καποιον αλλο λογο.λεω,μηπως δεν ειμαι καλα καμουφλαρισμενη εδω που ειμαι..μεσα της.καλα ακουσες.μεσα της ειμαι.ειμαι μια πορνη που εχει φτασει σπιτι της.στο τελος.

Monday, February 25, 2013

 . ν ε κ ρος   .

απ' όσο φανηκε στη νεκροψία,
ηταν μια πορνη.
με όμορφ' ακονισμένα λεπίδια στον οισοφάγο της
μ' ασπριδερες κι αναλαφρες αιμορραγιες 
στα εσωτερικα πλακόστρωτα δρομακια της
που όλο αλλαζαν πορειες
.γι' αυτο και κανεις δε βρηκε το δρομο.
κι οι στροφες ηταν τοσο αποτομες 
που αρχή&τέλος
μια νυχτα συναντήθηκαν-
κι αυτη εμοιαζε με κρυμμενη ιθακη 2km απ'την τροία
ή με οαση σε ερημο υδατινη
ή με το καμουφλαρισμενο χρυσαφι των αλχημιστών.
.γι' αυτο και κανεις δε βρηκε το δρομο.
γιατι ηταν τοσο στροφικά τα πλακόστρωτα δρομακια,
λες κι εφτιαναν όλα μια τεραστια πλάκα,
να χωράει όλη μεσα τη ζωη της.
μια πλάκα.
γελούσε πριν ξε{ψυχή;}σει.
γελούσε τόσο δυνατα,που ανέστησε όσες πόρνες ειχε φονέψει.
'κείνες τις γέρικες και λιγδιασμένες,που, παρ'όλη τη σύνταξη,
κρατησαν τα μεγαλα τριγωνα στα πόδια τους,
'κείνες που γέμιζαν τα σουπερμάκετ σαν ολόχρονα κεράσια,
κι εκείνες τις αλλες, που τις φώναζαν κασσάνδρες
γιατι απ'το θάνατο περάσαν καταλάθος
κι όποτε έμπαιναν στον άδη τραγουδουσαν 
σαν τα μακροοοοοόσυρτα ραπίσματα μυστικού κοντραμπάσου_
κάτι τέτοιες παρθενες μαντισσες διαβητικες
ορίζαν τη ζωη της
κι ήξεραν να υφαινουν κυκλους στην εν τελεια (εν .)
.γι' αυτό ούτε κι η ίδια δε βρήκε το δρόμο.
-άννη ξ* 25.02.2013-

Sunday, February 24, 2013

Ω λογαριασμός

Αγοράζω μια πίτσα μνήμη. Μ΄ όλα
τα υλικά. Λίγη θύμηση από τη δεξιά
μεριά του εγκεφάλου λίγη από την αριστερή
- στο κέντρο μού 'πανε πως κάνουν πάρτι
οι στερήσεις- γι΄αυτό κι εγώ από ανάγκη
ξεπηδώ από τη μιά viva la vida γραφή
στην άλλη. Μια σόδα ανάμνησης παίρνει
κάτω όλα τα ξεροψημένα μα ξανατσαλαβουτώ
τα χέρια μου στην πίτσα.
Η viva la vida υπομονή μου εξασθενεί
τα τυριά, τα ζαμπόν οι πιπεριές γίνονται θορυβώθεις
άντρες γυναίκες παιδιά
μόνο εσύ κι ο έρωτας δε φαίνεστε πουθενά.
Εξασθενεί λοιπόν και ζητά από τον σερβιτόρο
- μάντεψε- χρόνο να φέρει το λογοριασμό.

Παραπλεύρως το εστιατόριο ντυμένο στους
υακίνθους και σε ισπανική προφορά.

Δεν το περίμενα. Υπέρογκος λογαριασμός μακροσκελής
σε τμήματα άλλα μικρά άλλα υπερμεγέθη
χωρισμένος
και κάτω κάτω αναγράφεται η τιμή της
πληρωμής μου - για τόσο δα αναπόληση,
για τόσο δα flashback- η viva la vida
γραφή μου τώρα έχει να πληρώσει
εργολάβους και κτίστες να οικοδομήσουν
αυτή τη κτιριάρα τη ξενοδοχειάρα επιταγή μου
που πρέπει να πληρώσω
εκατομμυριούχες να ξεπληρώσω φυλακές
που θα με βάλουν
για το ποσό των viva la vida flashback.


Δ.Κ

Saturday, February 23, 2013

Espresso φιλί

Ανοίγω σκυφτός τον καφέ μου
να δω αν υπάρχει μέσα
το espresso φιλί που ζήτησα.

Αν όχι ξαναπαραγγέλνω
μια πρόγευση ηδεία πικρή
αν υπάρχεις μέσα
το espresso φιλί που ζήτησα.

Αν και πάλι όχι επιμένω
δοκιμάζω ξαναδοκιμάζω
πού θα πάει θα το πετύχω
θα 'σαι μέσα στον καφέ της επιμονής μου.


Δ.Κ

Friday, February 22, 2013

Τα μούρα

Σημαδεμένη απ' το πρωί θα περιμένη
Ορθή στη νύχτα κάθε ψηλαφήσεως
Αγαπητή σφαδάζουσα και μ' έναν ήχο
Στο βάθος της σιγής που λιγοστεύει
Κ' έπειτα αυξάνει την ψιχάλα των ωρών.

Το φέγγος σαν σουραύλι της αιθρίας
Γεμίζει με τα στάχυα του τα δαχτυλίδια
Που τα φορούν γυναίκες κρεμασμένα
Ανάμεσα στα στήθη τους κι ανάμεσα
Στα δροσερά φυλλώματα της ευτυχίας.



Ανδρέας Εμπειρίκος

Μετά


Μάρτυρες για τα λάθη σου δεν είχες. Μόνος μάρτυρας
ο ίδιος εσύ. Τα τακτοποίησες, τα μονόγραψες, τα σφράγισες
σε λευκούς πάντοτε φακέλους σα να ετοίμαζες
τη δίκαιη διαθήκη σου. Ύστερα
τα τοποθέτησες προσεχτικά στα ράφια. Τώρα, γαλήνιος,
(ίσως και κάπως φοβισμένος) ούτε βιάζεσαι
ούτε καθυστερείς, γνωρίζοντας ότι, μετά το θάνατό σου,
θ' ανακαλύψουμε πόσον ωραίος ήσουν,
πόσο πολύ πιο ωραίος πέρα απ' τις αρετές σου

Αθήνα, 16.1.1988
από το Αργά, πολύ αργά μέσα στη νύχτα, Κέδρος 1991


Γιάννης Ρίτσος

Wednesday, February 20, 2013

Νυχτερινή Οσμή




Αδιέξοδος.
Η περιπετειώδες περιπλάνησή μου
στα σοκάκια της πόλης
ξάφνου σταματούν.
Μια ψυχρή αναστάτωση
περιβάλλει το σταθμό
των σκέψεών μου.
Ησυχία.
Μόνο αισθηματικές φωνές
κραυγάζουν
απ’ τα ραδιόφωνα.
Οι αισθήσεις μου,
παρασύρονται απ’ την άυλη σάρκα
της νύχτας
κι εγώ ακολουθώ υπνωτισμένα.
Αδιέξοδος.

Φεγγάρι λουόμενο

Φεγγάρι στις πιο αναπάντεχες στιγμές
της νύχτας
στέκεις εκεί ως πύρινη απουσία.
Σου απονέμω τον τίτλο της βεντάλιας
- ξέρεις καλά πώς να παγώνεις ό,τι
δε ξεμακραίνει.

Στο βαθύ έλεος της ναυτίας των άστρων
εσύ ξεπρόβαλες σαν νεροχύτης δακρύων
- προσπάθησα τη θαμπάδα μου να σου
τη μεταδώσω, αλλά είσαι ανεπίδεκτος
αισθήσεως. Δε λογαριάζεσαι για σώμα.

Ουράνια υποψία θα σε λέω μάλλον
- πως στην άλλη μεριά της γης επιτέλλει
ο απόηχός σου.


δ.κ

Tuesday, February 19, 2013

Νοσταλγία

Μέσ’ από το βάθος των καλών καιρών 
οι αγάπες μας πικρά μάς χαιρετάνε.

Δεν αγαπάς και δε θυμάσαι, λες.
Κι αν φούσκωσαν τα στήθη κι αν δακρύζεις
που δεν μπορείς να κλάψεις όπως πρώτα,
δεν αγαπάς και δε θυμάσαι, ας κλαις.

Ξάφνου θα ιδείς δυο μάτια γαλανά
—πόσος καιρός!— τα χάιδεψες μια νύχτα·
και σα ν’ ακούς εντός σου να σαλεύει
μια συφορά παλιά και να ξυπνά.

Θα στήσουνε μακάβριο το χορό
οι θύμησες στα περασμένα γύρω·
και θ’ ανθίσει στο βλέφαρο σαν τότε
και θα πέσει το δάκρυ σου πικρό.

Τα μάτια που κρεμούν —ήλιοι χλωμοί—
το φως στο χιόνι της καρδιάς και λιώνει,
οι αγάπες που σαλεύουν πεθαμένες,
οι πρώτοι ξανά που άναψαν καημοί…

Κώστα Καρυωτάκη

Thursday, February 14, 2013

Το Μονόγραμμα του Οδυσσέα Ελύτη (απόσπασμα)

Σ' αγαπάω μ' ακούς;
Κλαίω, πως αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι
κλαίω για τα χρόνια που έρχονται χωρίς εμάς
Για τα «πίστεψέ με» και τα «μη.»
Μια στον αέρα μια στη μουσική,
εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδάω
κλαίω για το σώμα πού άγγιξα και είδα τον κόσμο.
Έτσι μιλώ για 'σένα και για 'μένα..
Επειδή σ' αγαπάω και στην αγάπη
ξέρω να μπαίνω σαν πανσέληνος
από παντού, για 'σένα
μέσα στα σεντόνια, να μαδάω λουλούδια κι έχω τη δύναμη.
Αποκοιμισμένο, να φυσάω να σε πηγαίνω παντού,
σ' έχουν ακούσει τα κύματα πως χαϊδεύεις,
πως φιλάς, πως λες ψιθυριστά το «τι» και το «ε.»
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά.
Πάντα εσύ τ' αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτάδι,
πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά πού μεγαλώνει.
Το κλειστό παντζούρι εσύ, ο αέρας πού το ανοίγει εγώ.
Επειδή σ' αγαπάω και σ' αγαπάω.
Πάντα εσύ το νόμισμα και εγώ η λατρεία που το εξαργυρώνει
τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο.
Τόσο η ελάχιστη σου αναπνοή που πια
δεν έχω τίποτε άλλο μες στους τέσσερις τοίχους,
το ταβάνι, το πάτωμα να φωνάζω από 'σένα
και να με χτυπά η φωνή μου
να μυρίζω από 'σένα και ν' αγριεύουν οι άνθρωποι.
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ' αλλού φερμένο
δεν τ' αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ακούς;
Είναι νωρίς ακόμη μέσα στον κόσμο αυτόν αγάπη μου
να μιλώ για 'σένα και για μένα.
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν, μ' ακούς;
Είμ'εγώ, μ' ακούς; Σ' αγαπάω, μ' ακούς;
Πού μ' αφήνεις, που πας, μ' ακούς;
Θα 'ρθει μέρα, μ' ακούς; για μας, μ' ακούς;
Πουθενά δεν πάω, μ' ακούς;
Ή κανείς ή κι οι δύο μαζί, μ' ακούς;
το λουλούδι αυτό της καταιγίδας και μ' ακούς;
Της αγάπης μια για πάντα το κόψαμε
και δεν γίνεται ν' ανθίσει αλλιώς, μ' ακούς;
Σ' άλλη γη, σ’ άλλο αστέρι, μ' ακούς;
δεν υπάρχει το χώμα δεν υπάρχει ο αέρας που αγγίξαμε,
ο ίδιος, μ' ακούς;
και κανείς δεν κατάφερε από τόσον χειμώνα
κι από τόσους βοριάδες, μ' ακούς;
Νά τινάξει λουλούδι, μόνο εμείς, μ' ακούς;
Μες στη μέση της θάλασσας
από το μόνο θέλημα της αγάπης, μ' ακούς.
Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί, μ' ακούς.
Άκου, ποιος μιλάει στα νερά και ποιος κλαίει, ακούς;
Είμαι εγώ που φωνάζω κι είμαι εγώ που κλαίω, μ' ακούς;
Σ' αγαπάω, σ’ αγαπάω, μ' ακούς;
Για 'σένα έχω μιλήσει σε καιρούς παλιούς
και γιατί, λέει, να μέλει κοντά σου να 'ρθω.
Που δεν θέλω αγάπη αλλά θέλω τον αέρα που αναπνέεις
και για 'σένα κανείς δεν είχε ακούσει.
Μόνη να περιμένω που θα πρωτοφανείς
σαν από μια εικόνα καταστραμμένη.
Που κανείς να μην έχει δει για σένα για 'σένα μόνο εγώ,
μπορεί, και η μουσική που διώχνω μέσα μου
αλλά αυτή γυρίζει δυνατότερη για 'σένα,
όλα για 'σένα, για 'σένα σαν καρφίτσα η μυρωδιά η πικρή.
Που βρίσκει μες στο σώμα και που τρυπάει τη θύμηση
έτσι σ' έχω κοιτάξει που μου αρκεί.
Να 'χει ο χρόνος όλος αθωωθεί μες σε αυτά που το πέρασμα σου αφήνει.
Νίκη, νίκη όπου έχω νικηθεί πριν από εσένα και μαζί σου.
Πήγαινε, και ας έχω εγώ χαθεί ένα κρεβάτι μεγάλο και πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μέσα μια φωνή κι έναν καθρέφτη να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ.
Να σε βλέπω μισό να περνάς από μπροστά μου
και μισή να κλαίω για αυτό που χάνω, σ' αγαπάω… Μ' ακούς;
και τραγουδάω για τα αλλά που πέρασαν, εάν είναι αλήθεια.
Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ, μ' ακούς.

Monday, February 11, 2013

Τα τιμαλφή


Η αποψινή μου προσευχή παρασέρνεται
από τηλεκατευθυνόμενους ουρανούς.
Μέχρι να βγει  απ΄της καρδιάς μου
τα εσώκλειστα, μπουντρούμια φωτός,
έχει εξασθενήσει κιόλας η πτητικότητά της.
Της δίνω ενέργεια ψυχική, τη βαρυφορτώνω με
δάκρυα, την εκλιπαρώ τίποτα. Δεν παίρνει μπρος.
Μετά από πολύωρες και άκοπες προσπάθειες απόφαση
το παίρνω, πως για το βράδυ αυτό δε θα εισακουστούν
τα προσευχόμενά μου στο εκκρεμές του Θεού.

Δ.Κ

Sunday, February 10, 2013

οι νυμφες που πλανευτηκαν

εκεινη 
η φορά που τον φωναξε με το πραγματικο του ονομα
που δεν μπορουσε να αρθρωσει 
οσα ενιωθε
ακομα για 
εκεινον
ηταν η νυχτα 
που δε θα ειχε κοιμηθει
κανενα πρωινο-
κι ηταν η ανασσα του η υγρη στη γυμνη πλατη
αυτης,
που ξεπαγιασε τη φωνη της 
και δεν τραγουδαε πια
κρυφα αινιγμένα αγγίματα
για να τον νανουρισει-
κι όποτε τωρα του 
φιλουσε (τα) μελαγχολικα (τα) ματια
το εκανε για ν'αφανισει πισω της τον 
ουρανο-
μα εκεινος ολο περπαταε στις μυτες
ουτε χωρις ν'αφησει ενα γραμμα
ενα εστω
'σ'αγαπαω γιατι 
δεν υπηρξες ποτε'-
ποσο καρτερικα σε νανουριζουνε οι
νεογνες ψυχαλες.
τώρα 
που σε φωναζω με το πραγματικο σου ονομα.

κριμα μονο που 
η βροχη αποψε γδερνει το χωμα τοσο ερωτικα 
 -σα  γυμνη πλατη-
κι οι κραυγες,σου(') μοιαζουν για νανουρισμα.___            -10.02.2013-

Φυγή

(Γιώργος Σεφέρης)


Δὲν ἦταν ἄλλη ἡ ἀγάπη μας
ἔφευγε ξαναγύριζε καὶ μᾶς ἔφερνε
ἕνα χαμηλωμένο βλέφαρο πολὺ μακρινὸ
ἕνα χαμόγελο μαρμαρωμένο, χαμένο
μέσα στὸ πρωινὸ χορτάρι
ἕνα παράξενο κοχύλι ποὺ δοκίμαζε
νὰ τὸ ἐξηγήσει ἐπίμονα ἡ ψυχή μας.
Ἡ ἀγάπη μας δὲν ἦταν ἄλλη ψηλαφοῦσε
σιγὰ μέσα στὰ πράγματα ποὺ μᾶς τριγύριζαν
νὰ ἐξηγήσει γιατί δὲ θέλουμε νὰ πεθάνουμε
μὲ τόσο πάθος.
Κι ἂν κρατηθήκαμε ἀπὸ λαγόνια κι ἂν ἀγκαλιάσαμε
μ᾿ ὅλη τὴ δύναμή μας ἄλλους αὐχένες
κι ἂν σμίξαμε τὴν ἀνάσα μας μὲ τὴν ἀνάσα
ἐκείνου τοῦ ἀνθρώπου
κι ἂν κλείσαμε τὰ μάτια μας, δὲν ἦταν ἄλλη
μονάχα αὐτὸς ὁ βαθύτερος καημὸς νὰ κρατηθοῦμε
μέσα στὴ φυγή.

γράμμα που δεν στάλθηκε ποτε



Θέλω να σκέφτεσαι το σύμπαν. Που ‘ναι άπειρο..
Γεμάτο άστρα, νέφη, πλανήτες,
γαλαξίες, χρώματα, ενώσεις,
χορούς.
Ποτέ δεν θα μάθει κανείς. Ούτε που θέλω να μάθω.
Θέλω να σκέφτεσαι πως ότι καταστρέφεται, δημιουργεί κάτι νέο.
Σαν τα αστέρια, τα δάκρυα, σαν μια πληγή.
Είν’ ωραίο το ανεξήγητο, είν’ ωραία..
Για να δεις την ομορφιά χρειάζεσαι τα κατάλληλα μάτια.
Θέλω να σκέφτεσαι το σύμπαν
να χαμογελάς
να ξεχνιέσαι
να ονειροπολάς..



Έμεινε ένα μόνο
άστρο
στον ουρανό.
Τα άλλα
χαθήκανε
στον Ύπνο.
Αυτό έμεινε για να
το σκοτώσει
η αυγή.
Να νιώσει τη
λάμψη του
να σβήνει
απ’ το φως του
ήλιου.
Μάτωσε ο ουρανός
πεθαίνει
το μικρό
αστέρι.

Κι όμως,
απόψε
το ξέρω,
θα ‘ναι πάλι
εκεί.

Wednesday, February 6, 2013

Σαν να διάλεξες

Παρασκευή είναι σήμερα θα πάω στη λαϊκή
να κάνω έναν περίπατο στ' αποκεφαλισμένα περιβόλια
να δω την ευωδιά της ρίγανης
σκλάβα σε ματσάκια.

Πάω μεσημεράκι που πέφτουν οι τιμές των αξιώσεων
βρίσκεις το πράσινο εύκολο
σε φασολάκια κολοκύθια μολόχες και κρινάκια.
Ακούω εκεί τι θαρρετά εκφράζονται τα δέντρα
με την κομμένη γλώσσα των καρπών
ρήτορες οι σωροί τα πορτοκάλια και τα μήλα
και παίρνει να ροδίζει λίγη ανάρρωση
στις κιτρινιάρικες παρειές
μιας μέσα βουβαμάρας.

Σπάνια να ψωνίσω. Γιατί εκεί σου λένε διάλεξε.
Είναι ευκολία αυτή ή πρόβλημα; Διαλέγεις και μετά
πώς το σηκώνεις το βάρος το ασήκωτο
που έχει η εκλογή σου.
Ενώ εκείνο το έτυχε τι πούπουλο. Στην αρχή.
Γιατί μετά σε γονατίζουν οι συνέπειες.
Ασήκωτες κι αυτές. Κατά βάθος είναι σαν να διάλεξες.

Το πολύ ν' αγοράσω λίγο χώμα. Όχι για λουλούδια.
Για εξοικείωση.
Εκεί δεν έχει διάλεξε. Εκεί με κλειστά τα μάτια.


Κική Δημουλά

Tuesday, February 5, 2013

Όνειρο μέσα σε όνειρο

Δέξου ετούτο το φιλί στο μέτωπό σου! 
Και τώρα που χωρίζουμε,
άφησέ με να σου πω-
ότι οι μέρες μου κύλησαν μέσα στ' όνειρο.
Είναι αλήθεια,όπως το' λεγες
αν όμως,η ελπίδα πέταξε
μες σε μια νύχτα ή σε μια μέρα,
μες σ΄ένα όραμα ή μες στο τίποτα,
είναι γι'αυτό λιγότερο χαμένη;


Όλα όσα βλέπουμε ή ό,τι φαινόμαστε
όνειρο είναι μονάχα μέσα σε όνειρο.

Στέκομαι ανάμεσα στο βογκητό 
μιας θαλασσόδαρτης ακτής,
και μες στα χέρια μου κρατώ
κόκκους χρυσούς της άμμου-
Πόσο λίγοι!Κι όμως πως γλιστράνε
από τα δάχτυλά μου και βαθιά πάνε
Καθώς θρηνώ-καθώς θρηνώ!
Θεέ μου!Μήπως θα μπορούσα
μέσα στο χέρι πιο σφιχτά να τους κρατούσα;
Θεέ μου!Πώς θα κατορθώσω
μόνο έναν απ' το ανήλεο κύμα να γλιτώσω;

Όλα όσα βλέπουμε ή ό,τι φαινόμαστε
όνειρο είναι μονάχα μέσα σε όνειρο;

Έντγκαρ Άλλαν Πόε

Monday, February 4, 2013

Λεξιλάγνα


Την ανέβασε στον άμβωνα
και όντας ο μόνος θεατής
ξεδίπλωσε τα χέρια και τα πόδια του στο χώρο

Την έβλεπε κάπου ανάμεσα στα χείλη και στα μάτια της
και σκάλωνε η σκέψη του στην αντανάκλαση
που φώτιζε το πρόσωπο
Τα χέρια συγκρατούσαν τον καιρό
που ξέφευγε ανάμεσα στα δάχτυλα

Η νύχτα μες στο στόμα της γλυκό μανταρίνι
ν’ απλώνεται στης γλώσσας της τ’ αυλάκια
Το στρογγυλό του φεγγαριού καρφωμένο
τσιμπίδα στα μαλλιά της

Κι αυτός παρασυρμένος τράβηξε με πάθος
τις αχτίνες αφήνοντας λυτές στη βάση του ορίζοντα
τις μπούκλες της

Τον αποπλάνησε κοντά στο σούρουπο
Κυλούσε πια μέσα στη μοίρα της στιγμής
ανάμεσα στα πόδια και τα χέρια της παλεύοντας με το νερό
που κάλυπτε το χώρο της ορμής της

Μια λεξιλάγνα, που ακουμπούσε τις οπλές της
στο βάθος των αισθήσεων
του άμβωνα της φαντασίας του…         Λίλη Μιχαηλίδου