Friday, October 26, 2018

πώς να γράψω ένα ποίημα για σένα

πώς να γράψω ένα ποίημα για σένα αφού πονώ;
θα ήθελα τα λόγια να 'ταν μάγισσες,
να τις κρεμούσα να τελειώναμε!
έλα και πάρε μου τα νύχια
σαν να 'σουν θύελα ή παγετός
και μια φλογέρα που τσιρίζει στον άνεμο...
τα λόγια μου προξένησαν μεγάλο κακό
και υποφέρω - ίσως καλύτερα να μην σε γνώριζα -
αλλά τί λέω ο ανόητος, πώς να μην σε γνώριζα...
δε γίνεται αλλιώς!
θα σε κρεμούσα σα μια μάγισσα που δε ξέρει τί λέει
ή σαν μια άλλη που ξέρει ακριβώς τί λέει
και λέει πολλά!
άφευκτα τα λόγια...
όσα προσπαθήσαμε να πούμε δίχως λόγια αποτύχανε...
όσο προσπαθήσαμε αποτύχαμε
άφευκτα τα λόγια κι εξ ου άφευκτη κι η φθορά τους
πώς μας επιβάλλεται κοίταξε πώς
πώς να πάρω πίσω οτιδήποτε ειπώθηκε, πώς να μην πονάει άλλο
πώς να γίνει η σιωπή μια όμορφη γλυκιά μελωδία
σαν αυτή που ακούγαμε μαζί τα απογεύματα και απολαμβάναμε
πώς να είμαι πιο σιωπηλός και συνάμα πιο χαρούμενος
πώς να γίνω χαρουμενότερος
πώς να είμαι χαρουμενότατος
πώς να είμαι ο πιο χαρούμενος
όλων των ανθρώπων
χωρίς εσένα
χωρίς να έχω στο πλάι μου
ένα φιλί σου που δαγκώνει και γιατρεύει
που ασφαλίζει και κουκουλώνεται
στο σώμα μου στον πυρετό μου στην αρτηριακή μου
και μια φλογέρα που τσιρίζει...
χαμός στο τελευταίο βαγόνι των ωκεανών
κάποιος θέλησε να αυτοκτονήσει
μα ήταν ήδη αργά για το πάρσιμο και για τη ζωή
είχε ήδη φύγει με άλλο βαγόνι, με άλλο ωκεανό
προδοσία μυχία απάτη με απάτησες κι ύστερα με εξαπάτησες
και με ξαναπάτησες έτσι δυνατά χωρίς να με αφήσεις ικανό
να γράψω έστω ένα ποίημα...πώς να γράψω για σένα ένα ποίημα...

Saturday, October 20, 2018

Bleuátre ou presque bleu

t'as quasiment oublié
les affaires bleus...



nous nous endormons dehors de la fac des Maths-Info de l'Université de Strasbourg, le 21 juin 20.. à 4 heures du mat et en nous réveillant, durant le crépuscule, tu me dis ou je te dis ça (je ne m'en souviens plus bien qui ou quoi):

j'ai ouvert les yeux
et le premier bleu que j'ai voulu
pour les tiens
se soulève devant moi.
Il fut un spectacle insoutenable!
Quel horreur, avoir un océan, 
une miniature et un sciomancien
pour m'expliquer
que tu te nouris par des phénomènes bleus.
Bleu est ton sourire; bleu ton baiser
et un effort de galaxie qui se melange
et s'etend sans cesse, sans sensation.
Quelle douleur! Avoir un tel bleu, 
un tel tortureur des desirs juste
pour me combattre
pour m'agenouiller
pour me faire tomber
dans le bleu abusse du bleu, 

comme si tu voulais éclabousser
et soudain tu perds les moyens
et tu me bleuis

et je ne sais plus ce qui est plus "romantique", toi me disant ça, moi à toi ou moi inventer cette ptite histoire pour te dire je, probablement, t'aime)

20.10.2018

Saturday, October 13, 2018


Γνώρισα έναν σκιομάντη αλλά δε θέλησα ν'ανακρίνει τη σκιά μου 
Γ.Α

Ο κήπος είναι μακρύς και τα χέρια δεν σε απογοήτευσαν ποτέ. Ανεβαίνεις στα δέντρα και διεξάγεις έναν έρανο πουλιών στις σοφίτες, στα καπέλα και στα σύρματα της ηλεκτρικής. Στην Παλιά Ηλεκτρική άκουσα πως παίζουν τα κακά μαντάτα, το νερό σιγοβράζει και μπουρμπουλήθρες ετοιμόγενου οξυγόνου παράγονται στην επιφάνεια χάνονται και μέσω ενός γυαλιού σπασμένου ποτηριού σε είδα να στέκεσαι αντίκρυ μέσα ή πίσω από ένα χαμένο ή χανόμενο ηλιοβασίλεμα. Τι κρίμα δηλαδή τί κρίμα να μη σε είχα γνωρίσει πριν, νωρίτερα δηλαδή, πριν από την εποχή της λήθης, πριν από την εποχή της κρίσης μέσα σε ένα γυάλινο κουφάρι από έλατα και γυψοσανίδες. Είναι μακρύς ο κήπος εκείνες οι εγκαταλείψεις μάς άφησαν και οι μετάνοιες δεν λειτουργούν πια όπως παλιότερα, τώρα χρειάζεσαι και το αίσθημα, πλέον χρειάζεσαι και το αίσθημα. Ακατάλληλος.

Sunday, October 7, 2018

στην αρχή μας χάρισαν δύο τριντάφυλλα
ύστερα μας είπαν φύγετε απο 'δώ
κι έτσι σε πήρα απ'το χέρι
περιπλανηθήκαμε για αιώνες
βρισκόμαστε τώρα στο ίδιοκελί
των τριανταφύλλων μας
πες μου που χάρηκες που περπατήσαμε,
που τρέξαμε στο φως και στων ονείρων
τη μπάλα που πήραμε λάθος δρόμο
και χρειάστηκε να ξανανέβουμε το ίδιο
βουνό (ή κάτι άλλο)
πες μου που χάρηκες για τη φωτογραφία μας
για της ήχους μας για τις κινήσεις
κατά των πτολεμαίων που νικήσαμε
υπέρ της ελευθερίας
που ψάξαμε που κοντά φθάσαμε
που ξαναπομακρυνθήκαμε ξέροντας (όμως)
ύστερα λίγο-λίγο πες μου πως μ'αγαπάς
και πως θα ήθελες να έγραφα σ'ολόκληρες γραμμές
αυτά που θέλησα κι όχι σε διακεκομμένες
ποιητικές αστροφίες - πρόσωπα κεκαλυμμένα -
- παράθυρα κλειστά -  - κρυμμένες ιδιότητες -
άλλοι χαρακτήρες άλλοι χαρακτήες
εαυτοί άλλοι, άλλοι εαυτοί
γιατί αυτό υπάρχει ακόμα κι όταν το αρνείσαι
αν θέλεις ή όχι θα μας σώσει μια έξυπνη εναλλαγή των συναισθημάτων, και να που τώρα γράφω σε ολόκληρες γραμμές για να ικανοποιήσω κάτι άλλο απ'αυτό που γνωρίζω, με πόσους τρόπους θα μπορούσαμε ν'αγαπηθούμε, με ή χωρίς τριαντάφυλλα, με ή χωρίς ένα σώμα να μας ορίζει, να μας χωρίζει, να μας καθορίζει, να μας ζορίζει
πρόσεξα πόσο καλά σ'αγάπησα χωρίς να ζητήσω ή να εξηγήσω φαινόμενα, πρόσεξα κι άλλα πράγματα, πρόσεξες κι εσύ, πρόσεξε τώρα ναι πρόσεξε γιατί μπορεί να μην είμαι τόσο έξυπνος όσο εσύ και να μην κατανοώ τα πάντα αλλά είμαστε καλοί, και δίκαιοι, και σωστοί και κοίταξε πόσο σ'αγαπώ και πόσο το δικαιούμαστε το τριαντάφυλλο το έρωτά μας

Saturday, October 6, 2018

Τα μα λο

Ήταν πολύ κοντά για να μην δω...
στον ειρμό της θέας ξέχασα
πώς πρέπει να μην κοιτάμε τους άλλους
και κοίταξα...
Ω σε κοίταξα κι αγάπησα τα μάτια σου
κι αγάπησα το κορμί σου και την οργή σου όταν χάνεις κι αγάπησα τον τρόπο που κινείσαι κι άλλα...
κι όλα αυτά επειδή σε κοίταξα και σε είδα
θαρρώ πώς κοιτάμε μας ορίζει

και πώς σε κοίταξα
με καθόρισε για πάντα
εσύ με καθόρισες για πάντα

ώ πώς ξέχασα να μην κοιτάξω
πώς παρασύρθηκα, αφέθηκα

ελεύθερα να σε κοιτάξω

Monday, October 1, 2018

χρωματική δημιουργία

πέφτεις προχωρώντας στο δάσος
υπερπηδάς τα τεκταινόμενα των δέντρων
φθάνεις σε μια λίμνη κι αφήνεις
να πέσουν απ'τους ώμους σου
τα εφόδια τα κατασκηνωτικά
γλιτώνονταςέτσι πολύτιμο χρόνο
για μακροβούτια
για αφέσεις
για χρωματισμούς

στην άκρη βλέπεις ένα σπιτάκι
(μπορεί να είναι και της φαντασίας)
μα τσαλαβουτώντας, σπρώχνοντας μακριά
τα καλά νερά
μπαίνεις στον κήπο της περιέργειάς σου
- από πίσω ένας φιλήσυχος καπνός
σκαρφαλώνει σαν αρουραίος... ώ συγχωράτε με,
σαν σκίουρος ήθελα να πω,
σκαρφαλώνει τα σύννεφα
και γίνεται αέρας και ατμόσφαιρα

κι αφού γίνονται όλ'αυτά
 - ώ πώς, πόσο εύκολα αλλάζει της διάθεσης
ο ημερομίσθιος εργάτης -
αφού σκεφτείς λοιπόν για λιγάκι
λες: "τί γίνεται 'δώ, τι μαγειρεύεται";

αλήθεια
τί ψήνεται στο δάσος
των εφτά εποχών σου
αλήθεια τί;

une barque sur l'océan (maurice ravel, claude monet)